Για να… επιβιώσει στις επόμενες εθνικές εκλογές, το παραπαίον κυβερνών κόμμα (AKP) της Τουρκίας κινδυνεύει να καταφύγει σε πιο αυταρχικά και εθνικιστικά μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν τα επόμενα χρόνια να αυξήσουν την έκθεση της χώρας σε αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις.

Υστερα από περισσότερες από δύο δεκαετίες στην εξουσία, η δημοτικότητα του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει διολισθήσει σε σημείο που η νίκη του στις εθνικές εκλογές του 2023 να μην είναι εξασφαλισμένη.

Ως αποτέλεσμα, το ΑΚΡ και ο κυβερνητικός του σύμμαχος, το υπερεθνικιστικό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), ετοιμάζονται να αλλάξουν το Σύνταγμα της Τουρκίας, μειώνοντας το εκλογικό όριο για την είσοδο ενός κόμματος στο Κοινοβούλιο από το 10% στο 7% των εθνικών ψήφων.

Το ΑΚΡ προωθεί, επίσης, διάφορες δικαστικές, κλιματικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό, ενώ προσπαθεί να φτιάξει τις σχέσεις του στο εξωτερικό με πρώην αντιπάλους (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία) για να βελτιώσει τους χαμηλούς δείκτες των ξένων επενδύσεων της Τουρκίας, αυξάνοντας παράλληλα τους εμπορικούς δεσμούς.

ΜΕ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ του εκλογικού ορίου, το ΑΚΡ ελπίζει να διασφαλίσει την είσοδο του MHP στο Κοινοβούλιο. Το MHP, ωστόσο, χάνει ψηφοφόρους από το αντίπαλο υπερεθνικιστικό «Καλό Κόμμα» (IYI), το οποίο είναι πιθανό να συνεργαστεί με το CHP για να ανατρέψει την κυβέρνηση των ΑΚΡ-ΜΗΡ, αν κερδίσει αρκετές έδρες το 2023.

Το εκλογικό όριο της Τουρκίας, το οποίο είναι ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο, έχει δεχθεί εσωτερικές και διεθνείς επικρίσεις ότι είναι αντιδημοκρατικό, καθώς αποκλείει τα μικρότερα κόμματα (ιδίως τα κουρδικά). Το ΑΚΡ και το κύριο αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) έχουν προτείνει διάφορες αλλαγές για το εκλογικό όριο, με το CHP να προτιμά το 3% και το ΑΚΡ υψηλότερο.

ΑΥΤΗ Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ αλλαγή, ωστόσο, δεν θα διορθώσει τα μεγάλα οικονομικά, πολιτικά και εξωτερικής πολιτικής ζητήματα που αποδυναμώνουν τη δημοτικότητα του ΑΚΡ. Τα ποσοστά δημοτικότητας της συμμαχίας ΑΚΡ-MHP συνεχίζουν να μειώνονται, λόγω ενός συνδυασμού παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των κακών οικονομικών επιδόσεων της Τουρκίας (υψηλός πληθωρισμός, ανεργία, χρέος), πολιτικών σκανδάλων, όπως οι εκλογές για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης το 2019 (τις οποίες πολλοί Τούρκοι πιστεύουν ότι το ΑΚΡ προσπάθησε να υπονομεύσει), της άστοχης αντίδρασης της κυβέρνησης στις καταστροφικές πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού και της ολοένα και πιο αμφιλεγόμενης εξωτερικής πολιτικής της Αγκυρας σε μέρη όπως η Συρία, η Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν.

ΕΤΣΙ, ΤΟ ΑΚΡ θα αναγκαστεί πιθανότατα να χρησιμοποιήσει άλλα μέσα για να κερδίσει τις εκλογές του 2023 (υπονόμευση της ανεξαρτησίας των εκλογικών θεσμών, λογοκρισία των ΜΜΕ, αυξανόμενος τουρκικός νατιβισμός, εκμετάλλευση διεθνών κρίσεων για πολιτικό όφελος). Το κόμμα από μόνο του δεν διαθέτει τα μέσα για να αντιστρέψει την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Επιπλέον, οι εσωτερικές πολιτικές επιταγές του ίδιου του ΑΚΡ θα δυσκολέψουν το κόμμα να εφαρμόσει πολιτικές για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης μέχρι το 2023. Το ΑΚΡ (μαζί και ο ίδιος ο Ερντογάν) πιέζει συνεχώς την κεντρική τράπεζα για χαμηλότερα επιτόκια για να κατευνάσει τους θρησκευόμενους ψηφοφόρους, οι οποίοι θεωρούν το επιτόκιο ως αντι-ισλαμική κίνηση, μειώνοντας έτσι την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας, καθώς και την ικανότητά της να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό και να ενισχύσει την ανάπτυξη. Ενας άλλος πολιτικός παράγοντας που υπονομεύει την τουρκική οικονομία είναι η σχέση του ΑΚΡ με τη Ρωσία, η οποία -ενώ είναι δημοφιλής στους εθνικιστές Τούρκους- έχει προκαλέσει τις αμερικανικές κυρώσεις στην Αγκυρα για την αγορά των ρωσικών S-400.

ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ του 2015, το ΑΚΡ υπέστη την πρώτη του εκλογική αποτυχία, όταν δεν υπήρξε πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Ομως, το ΑΚΡ κατάφερε να πάρει την εκλογική νίκη τον Νοέμβριο του 2015, αφού έγινε ανοιχτά πιο εθνικιστικό, καταστέλλοντας παράλληλα τους Κούρδους αντάρτες στα νοτιοανατολικά της χώρας. Το ΑΚΡ χρησιμοποιεί, επίσης, εδώ και καιρό τακτικές εκφοβισμού για να εμποδίσει τα αντιπολιτευόμενα κουρδικά κόμματα, όπως το HDP, να αποκτήσουν μεγάλη δύναμη, συμπεριλαμβανομένων της εκδίωξης των δημάρχων του HDP από τα αξιώματά τους, της χρήσης επιχειρήσεων ασφαλείας για παρέμβαση στις εκλογές και της κράτησης από το 2016 στη φυλακή του ηγέτη του HDP, Σελαχατίν Ντεμιρτάς.

ΤΕΤΟΙΕΣ ΠΙΟ ΡΙΨΟΚΙΝΔΥΝΕΣ τακτικές εν όψει των εκλογών θα μπορούσαν να εκνευρίσουν περαιτέρω τους δυτικούς συμμάχους της Τουρκίας, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιβολής πρόσθετων κυρώσεων. Τους τελευταίους μήνες, Ε.Ε. και ΗΠΑ απέφυγαν τις απειλές για την επιβολή πιο εκτεταμένων κυρώσεων από τον φόβο αποξένωσης της Τουρκίας, καθώς είναι βασικός σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και σημαντική χώρα στη στρατηγική της Ευρώπης για την αποτροπή μιας νέας προσφυγικής εισροής. Ωστόσο, επανειλημμένες εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του αμερικανικού Κογκρέσου έχουν επισημάνει τις ανησυχίες για την απομάκρυνση της Τουρκίας από τη δημοκρατία υπό την εξουσία του ΑΚΡ. Και αυτό το συναίσθημα θα ενισχυθεί όσο περισσότερο το ΑΚΡ χρησιμοποιεί εξωθεσμικές τακτικές κατά την προεκλογική περίοδο. Εάν η Τουρκία εκμεταλλευτεί μια διεθνή κρίση που εμφανίζεται επιζήμια για τα δυτικά συμφέροντα, οι δυτικές κυβερνήσεις θα επιδείξουν μεγαλύτερη προθυμία για κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Ακόμα και αν οι Βρυξέλλες και η Ουάσιγκτον αποτύχουν να επιβάλουν συγκεκριμένες κυρώσεις, η απλή απειλή περισσότερων οικονομικών κυρώσεων πιθανότατα θα κρατήσει τους επενδυτές μακριά από την Τουρκία, υπονομεύοντας περαιτέρω το ήδη αδύναμο νόμισμα και την οικονομία της χώρας.