Καθώς εντείνουν τις επαφές τους με το Ιράν, οι ΗΠΑ θα διαβεβαιώσουν τους παραδοσιακούς συμμάχους τους στον Αραβικό Κόλπο ότι οι ανησυχίες τους για την εθνική τους ασφάλεια εξακολουθούν να λαμβάνονται υπόψη μέσω συνεχών διπλωματικών προσπαθειών και στρατιωτικής συνεργασίας.

Την εβδομάδα που πέρασε, ομάδα αξιωματούχων του αμερικανικού Πενταγώνου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Ιορδανία και την Αίγυπτο. Επικεφαλής της αντιπροσωπείας ήταν ο συντονιστής της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη Μέση Ανατολή, Μπρετ Μακ Γκουρκ, με στόχο την αποκλιμάκωση των εντάσεων στην περιοχή και την αντιμετώπιση των ανησυχιών σχετικά με την προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν να συμμετάσχει εκ νέου στην πυρηνική συμφωνία του 2015 με το Ιράν, επισήμως γνωστή ως Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA).

Επίσης, στις 27 Απριλίου, ο Αμερικανός απεσταλμένος για το Ιράν Ρόμπερτ Μάλεϊ πραγματοποίησε τηλεδιάσκεψη με τους εταίρους των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (GCC) για να συζητήσουν την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν πριν επιστρέψει στη Βιέννη για περαιτέρω συνομιλίες με την επιτροπή για το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA).

ΟΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΙ εταίροι των ΗΠΑ είναι επιφυλακτικοί ως προς το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν παραγκωνίζει τις ανησυχίες και τους στόχους τους σε θέματα εθνικής ασφάλειας καθώς προχωρούν οι συνομιλίες του Λευκού Οίκου με το Ιράν για τα πυρηνικά, δημιουργώντας μια δύσκολη ισορροπία για την Ουάσιγκτον.

Οι αντίπαλοι του Ιράν, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, θα καλωσόριζαν την επιβολή περιορισμών στην ανάπτυξη των πυρηνικών της Τεχεράνης είτε μέσω της επιστροφής του Ιράν στη συμμόρφωση με το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) είτε μέσω της υπογραφής μιας εντελώς νέας συμφωνίας. Αλλά το Ιράν είναι εξαιρετικά απίθανο να μειώσει την πυρηνική του δραστηριότητα χωρίς την άρση των αμερικανικών κυρώσεων, οι οποίες το Αμπου Ντάμπι και το Ριάντ φοβούνται επίσης ότι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πρόσθετη χρηματοδότηση εκ μέρους του Ιράν περιφερειακών μαχητών και ενός προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων.

Αυτό το δίλημμα, με τη σειρά του, αναγκάζει τις ΗΠΑ να εξισορροπήσουν τις ανάγκες των εταίρων-αραβικών κρατών έναντι της επιθυμίας τους να μετριάσουν την περιφερειακή αστάθεια με τη διαμεσολάβηση για μια συμφωνία που θα μπορούσε να επιβραδύνει ή να παγώσει τη διάδοση των πυρηνικών του Ιράν.

ΕΝΩ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ από τις άλλες περιφερειακές προτεραιότητές τους αλλάζουν, οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν συνεχή συντονισμό με τους παραδοσιακούς εταίρους τους στον Αραβικό Κόλπο για αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις.

Ο περιορισμός των ενεργειών των αντιπάλων των ΗΠΑ (συμπεριλαμβανομένου του Ιράν) και η προώθηση της περιφερειακής σταθερότητας μέσω της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της οικονομικής στήριξης παραμένουν οι πρωταρχικοί στρατηγικοί στόχοι της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή. Αυτό θα αναγκάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να παραμείνουν σε στενό συντονισμό με τους εταίρους τους στον Αραβικό Κόλπο όσο η αντικυβερνητική και η τζιχαντιστική δράσεις αποτελούν περιφερειακές απειλές.

Αλλά με την πάροδο του χρόνου, η αποξένωση σε θέματα εθνικής ασφάλειας, όπως το Ιράν, θα μπορούσε να διακινδυνεύσει την πίεση στις βασικές αυτές σχέσεις, που η Ουάσιγκτον θα προσπαθήσει να μετριάσει δουλεύοντας για να καθησυχάσει τους εταίρους της στη Μέση Ανατολή για τη συνεχή δέσμευσή της στις ανησυχίες τους.

ΤΟΣΟ Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ όσο και η ιρακινή κυβέρνηση έχουν επαναλάβει τον στόχο της απόσυρσης όλων των στρατευμάτων από το Ιράκ στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον και η Βαγδάτη συνεχίζουν να συνεργάζονται σε στρατηγικές πρωτοβουλίες παροχής συμβουλών και εκπαίδευσης, με τη Βαγδάτη τελευταία να εξακολουθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, να καλωσορίζει τη συνεχιζόμενη στρατιωτική συνεργασία των ΗΠΑ με τις ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας.

Η Αίγυπτος και η Ιορδανία είναι δύο από τους μεγαλύτερους αποδέκτες αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο, κάτι που δεν είναι πιθανό να αλλάξει ουσιαστικά με την κυβέρνηση Μπάιντεν.

ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ πωλήσεις όπλων θα βοηθήσουν επίσης να διατηρηθούν στενές οι αμερικανο-αραβικές σχέσεις και η πολιτική επιρροή του Λευκού Οίκου στην περιοχή. Σύμφωνα με πληροφορίες, η περιοδεία της αμερικανικής αντιπροσωπείας περιλάμβανε επίσης συζητήσεις σχετικά με την πώληση των F-35 από τις Ηνωμένες Πολιτείες στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Εκτός από το σαφές εμπορικό ενδιαφέρον, οι πωλήσεις όπλων διατηρούν την αμερικανική πολιτική επιρροή στην περιοχή, συμβάλλοντας στη στρατιωτική συνεργασία και τον συντονισμό.

Η αύξηση των κινεζικών πωλήσεων όπλων και η εμπορική διείσδυση στις οικονομίες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου τα τελευταία χρόνια ανησυχούν την Ουάσιγκτον σε επίπεδο εθνικής ασφάλειας, δεδομένης της αυξανόμενης επιθυμίας να στραφεί προς την Ασία και να περιορίσει την κινεζική παγκόσμια επιρροή.

Στις 13 Απριλίου, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι προχώρησε στην πώληση όπλων ύψους 23 δισ. δολαρίων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ύστερα από την αρχική επανεξέταση της συμφωνίας. Η συμφωνία παραμένει αμφιλεγόμενη στο αμερικανικό Κογκρέσο, όπου οι Αμερικανοί νομοθέτες έχουν εκφράσει ανησυχίες για την υποτιθέμενη λάθος χρήση των αμερικανικών όπλων από το Αμπου Ντάμπι στην Υεμένη.