Την επιβολή καθολικού lockdown σε ομοσπονδιακή κλίμακα φέρεται να σχεδιάζει η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ, δυσαρεστημένη εξαιτίας της καθυστέρησης στη λήψη μέτρων προστασίας από τις κυβερνήσεις των κρατιδίων.

Όπως αναφέρει δημοσίευμα που αναρτήθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Bild, η καγκελάριος εξετάζει πλέον το ενδεχόμενο να επιβάλλει “ομοσπονδιακό lockdown”, καθώς θεωρεί ότι τα ισχύοντα μέτρα περιορισμού της πανδημίας του νέου κορονοϊού δεν αρκούν προκειμένου να ανακοπεί το τρίτο κύμα της και να αποτραπεί η υπερφόρτωση του συστήματος υγείας.

«Δεν θα παραμείνω θεατής»

Την περασμένη Κυριακή, στην τηλεοπτική της συνέντευξη, η κυρία Μέρκελ τόνισε ότι “δεν θα παραμείνει θεατής”, ότι θα παρέμβει εάν οι πρωθυπουργοί των κρατιδίων επιμένουν να μην εφαρμόζουν το “φρένο έκτακτης ανάγκης” όπου διαπιστώνεται μεγάλη αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων και, αντιθέτως, σχεδιάζουν μερική χαλάρωση των περιορισμών ή “πιλοτικά σχέδια ανοίγματος”.

Με αυτή της τη δήλωση αναφερόταν – μεταξύ άλλων – στον πρωθυπουργό του Zάαρλαντ, τον Τομπίας Χανς (CDU), ο οποίος μετά το Πάσχα προγραμματίζει άνοιγμα θεάτρων, κινηματογράφων, γυμναστηρίων και εξωτερικών χώρων εστίασης, με την ταυτόχρονη αξιοποίηση μαζικών τεστ. Σε άλλα κρατίδια, όπως το Μεκλεμβούργο – Πομερανία, αν και ο δείκτης των νέων κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους σε επτά ημέρες ξεπέρασε το όριο των 100, δεν σχεδιάζεται λήψη μέτρων, αντιθέτως υπάρχει απόφαση για επαναλειτουργία ζωολογικών κήπων, μουσείων, σχολών οδηγών και καταστημάτων, με την προϋπόθεση αρνητικού τεστ 24 ωρών. Ανάλογη είναι η κατάσταση στην Σαξονία – Άνχαλτ, στο Σλέσβιγκ-Χολστάιν, αλλά και στο Βερολίνο, όπου τα καταστήματα λιανικής άνοιξαν την Μεγάλη Τετάρτη, επίσης με προϋπόθεση τα αρνητικά τεστ.

Μπορεί να επιβάλει το lockdown

Σύμφωνα με το δίκτυο RND, η καγκελάριος μπορεί να αναλάβει την ευθύνη και να επιβάλλει όχι μόνο προϋποθέσεις, αλλά και το περιεχόμενο και την διάρκεια και τις λεπτομέρειες lockdown χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τους πρωθυπουργούς των κρατιδίων, βασιζόμενη σε πρόνοια του Συντάγματος που επιτρέπει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να νομοθετεί σε περιπτώσεις δημοσίου κινδύνου ή επιδημίας.