Μία εβδομάδα αυξημένης υπευθυνότητας και πειθαρχίας απ’ όλους στα περιοριστικά μέτρα για το Πάσχα, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε επιβάρυνση της επιδημιολογικής κατάστασης, χωρίζει την Ελλάδα από το να μπορέσει να δρομολογήσει από 3 Μαΐου -ημερομηνία επαναλειτουργίας της εστίασης- τα πρώτα βήματά της στο… ξέφωτο που αρχίζει να διαφαίνεται στον ορίζοντα μετά και την ανακοίνωση από την κυβέρνηση του «οδικού χάρτη» σταδιακής επανεκκίνησης οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων.

 Καμία χαλάρωση το Πάσχα

Το άμεσο «στοίχημα» που πρέπει να κερδηθεί περιγράφεται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό ως «ασφαλές Πάσχα» και συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για ένα «ελεύθερο καλοκαίρι» που αποτελεί και τον μείζονα στόχο όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά κυρίως για την ίδια την κοινωνία, αλλά και την οικονομία. Ενας δρόμος ωστόσο που σε κάθε περίπτωση δεν είναι στρωμένος με… ροδοπέταλα, καθώς το φαινόμενο της πανδημίας παραμένει δυναμικό και δεν επιτρέπει οποιαδήποτε χαλάρωση ή εφησυχασμό.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τα βλέμματα του Μεγάρου Μαξίμου θα είναι στραμμένα τις επόμενες ημέρες στους εθνικούς δρόμους, στις εκκλησίες και στα σπίτια, εκεί δηλαδή όπου θα κριθεί εν πολλοίς και η έκβαση του επιδημιολογικού «στοιχήματος» της Μεγάλης Εβδομάδας. Η αυστηροποίηση του πλαισίου, οι εντατικοί έλεγχοι στις εξόδους από τα αστικά κέντρα και τα αυστηρά πρόστιμα στους παραβάτες είναι τα «όπλα» που επιστρατεύει η ίδια η κυβέρνηση προκειμένου να διασφαλίσει την απαγόρευση των διαπεριφερειακών μετακινήσεων και δι’ αυτού του τρόπου τη μη διασπορά του ιού από επιβαρυμένες περιοχές, όπως η Αττική, προς την περιφέρεια όπου και οι δυνατότητες του ΕΣΥ είναι πιο περιορισμένες.

Στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν ότι η ξεκάθαρη πλέον ορατότητα εξόδου από την υγειονομική κρίση, όπως αυτή αποτυπώνεται και στα τρία βασικά βήματα που θα εξελιχθούν από 3 έως 15 Μαΐου, λειτουργεί ως αντιστάθμισμα για την κόπωση των πολιτών από τη μακρά περίοδο των περιοριστικών μέτρων. Αλλά και ότι συνιστά, ταυτόχρονα, ισχυρό κίνητρο για να κάνουν όλοι λίγη ακόμη υπομονή και να τηρήσουν τα ισχύοντα μέτρα προστασίας και να μη χρειαστεί να επανεξεταστεί ο «οδικός χάρτης» επανεκκίνησης που η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι βρίσκεται υπό την αίρεση της εξέλιξης των επιδημιολογικών δεδομένων, τα οποία, παρά τις ενθαρρυντικές ενδείξεις κυρίως ως προς τον δείκτη θετικότητας, παραμένουν επιβαρυμένα κυρίως σε ό,τι αφορά την πίεση στο σύστημα Υγείας.

Εφόσον κερδηθεί το «στοίχημα» της ερχόμενης εβδομάδας, στην κυβέρνηση υπάρχει αισιοδοξία τόσο για την εξέλιξη του σχεδίου ελεγχόμενης χαλάρωσης όσο και για την επόμενη ημέρα στην οικονομία.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο, ισχυρότερος σύμμαχος είναι το πρόγραμμα εμβολιασμού το οποίο εξελίσσεται υποδειγματικά σε οργανωτικό επίπεδο, αποσπώντας και διεθνή εύσημα, ενώ και οι αυξημένες παραλαβές εμβολίων από τον Μάιο θα επιτρέψουν την περαιτέρω αύξηση του ημερήσιου αριθμού εμβολιασμών, με ηλικιακή επέκταση του προγράμματος και με στόχο να χτιστεί όσο το δυνατόν νωρίτερα το τείχος ανοσίας που θα σηματοδοτήσει την οριστική υπέρβαση της πανδημίας.

Οικονομία

Σε σχέση με την οικονομία, ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν έκρυψε και στην πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη την αισιοδοξία ότι η ανάκαμψη θα είναι πολύ ισχυρή την επόμενη ημέρα καθώς έχει επιτευχθεί ο στόχος της διατήρησης του παραγωγικού ιστού και της προστασίας της εργασίας και τώρα δρομολογείται μία ανάκαμψη από την οποία θα ωφεληθούν όλοι, με τη στήριξη της επανεκκίνησης να αφορά ήδη στην εστίαση και να ακολουθούν ο τουρισμός και άλλοι κλάδοι που έχουν πληγεί περισσότερο.

Ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι η «αποσωλήνωση» της οικονομίας θα γίνει σταδιακά, με συνέχιση στοχευμένων μέτρων στήριξης όπου και για όσο χρειαστεί, ενώ σημαντική ώθηση την επόμενη ημέρα θα δώσουν τόσο τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, που για το 2021 υπολογίζεται ότι θα υπερβούν τα 4 δισ., όσο και η διατήρηση -ακόμη και εν μέσω πανδημίας- της μεταρρυθμιστικής δυναμικής και της πολιτικής μείωσης των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, που αποτελούν τη βάση αφενός για την υψηλή αξιοπιστία της χώρας στις αγορές και αφετέρου για το αυξημένο διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον.