Συνθήκες Μνημονίου (του 4ου κατά σειρά) δημιουργούν τα εναλλακτικά σενάρια που θέτουν οι Ευρωπαίοι δανειστές για να αποδεχθούν την αναστροφή του μέτρου των συντάξεων αφού μέχρι στιγμής ο δημοσιονομικός χώρος για το 2019 δεν επαρκεί.

Αυτό δημοσιοποίησε στην αρχή της εβδομάδας ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, αναφέροντας και τα εναλλακτικά σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι.

Με τον τρόπο αυτό ξεκαθάρισε ότι οι Ευρωπαίοι δανειστές υποστηρίζουν το μέτρο αλλά με δεδομένο ότι ο λογαριασμός δεν δίνει το άνετο περιθώριο για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου, θα υπάρξουν όροι. Οι όροι αυτοί έρχονται με τη μορφή εναλλακτικών σεναρίων που έχουν βάλει στο τραπέζι οι θεσμοί και ακολουθούν τη λογική «Μνημονίου». Για παράδειγμα, η ιδέα που προκρίνεται είναι η αναστολή του μέτρου υπό την αίρεση ότι η Ελλάδα θα επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους.

Ο όρος είναι ότι δικλίδα ασφαλείας θα αποτελέσει η επαναφορά του γνωστού από το 2017 «δημοσιονομικού κόφτη». Στη νέα του έκδοση ο σταθεροποιητικός μηχανισμός θα προβλέπει ότι αφ’ ης στιγμής χωρίς την περικοπή των συντάξεων η Ελλάδα θα φανεί ότι αποκλίνει από το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, θα πρέπει να περικόπτονται άλλες δαπάνες -πλην των συντάξεων και των μισθών- ώστε ο προϋπολογισμός να επανέλθει στην τροχιά του δημοσιονομικού στόχου. Αν και «δημοσιονομικά λογικό», το σενάριο αυτό είναι πολιτικά δύσκολο να γίνει αποδεκτό, αφού ο κόφτης ήταν κορυφαίο στοιχείο αντιπαράθεσης κατά τη διαπραγμάτευση της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος. Το δεύτερο λιγότερο πιθανό εναλλακτικό σενάριο είναι η μερική εφαρμογή του μέτρου. Δηλαδή είτε μια μικρότερη οριζόντια μείωση της προσωπικής διαφοράς είτε μια κλιμακωτή μείωση που θα είναι μικρή στις χαμηλές και μεγάλη στην υψηλές συντάξεις. Ούτε και αυτό το σενάριο είναι ιδανικό, καθώς θα απαιτήσει πρόσθετες διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και αντί του μέτρου θα ακυρωθεί η ίδια η εξαγγελία της ακύρωσης του μέτρου. Οπως είναι φανερό, το ιδανικό σενάριο και για τις δύο πλευρές θα ήταν οι διαπραγματεύσεις να ολοκληρώνονταν με επιτυχία, οι θεσμοί να δέχονταν ότι το 3,5% του ΑΕΠ επιτυγχάνεται, έστω και αν η ελληνική πλευρά θα θυσίαζε κάποιες από τις ελαφρύνσεις ύψους 1,1 δισ. που έχει προαναγγείλει ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη.