Σε εκθετική αύξηση βρίσκεται το νέο πανδημικό κύμα που πλήττει τη χώρα μας εν μέσω καλοκαιριού. Σε μόλις ένα δεκαήμερο, τα κρούσματα υπερτριπλασιάστηκαν, με τους ειδικούς να αναμένουν την επόμενη εβδομάδα να φτάσουν κατά μέσο όρο ακόμη και τα 2.500 κρούσματα, που σημαίνει πως κάποιες ημέρες θα πλησιάσουν ή θα αγγίξουν τα 3.000 περιστατικά.

Ενοχοι της αύξησης είναι η χαλάρωση, η κινητικότητα και το μεταλλαγμένο στέλεχος «Δέλτα», με την αρνητική επίδραση του τέταρτου κύματος να κρίνεται από τις νοσηλείες, τις εισαγωγές και τους θανάτους. Η μεγάλη διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα κύματα είναι η θωράκιση των ηλικιωμένων και ευάλωτων πολιτών μέσω του εμβολιασμού. Πρόκειται για τα άτομα που είχαν περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν σοβαρά και να έχουν άσχημη κατάληξη, πλέον όμως είναι προστατευμένα. Ο εμβολιασμός σημαντικού ποσοστού του πληθυσμού είναι και ο λόγος που μπορεί το τέταρτο κύμα να σύντομο σε διάρκεια.

«Καμπανάκι»

Οι επιστήμονες με έκπληξη παρακολουθούν την αλματώδη αύξηση των κρουσμάτων, που ξεκίνησε στις 29 Ιουνίου όταν τα κρούσματα έφτασαν τα 600 και σε διάστημα λίγο μεγαλύτερο από μία εβδομάδα ξεπέρασαν τις 2.000 (2.107 την περασμένη Πέμπτη). «Την επόμενη εβδομάδα (σ.σ.: αυτή που ξεκινά αύριο) θα έχουμε 2.500 περιστατικά κατά μέσο όρο», αναφέρει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Τζανάκης. Αυτό σημαίνει, κατά τον ειδικό, ότι κάποιες ημέρες μπορεί να φτάσουν τα 3.000, ακόμη και τα 3.100.

Για την ώρα, φαίνεται πως η πανδημία βρίσκεται σε τροχιά εκθετικής αύξησης, με τα νέα περιστατικά να αφορούν, κυρίως, σε πολύ νεαρές ηλικίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 75% των κρουσμάτων είναι κάτω από 34 ετών. Πρόκειται για άτομα που εντάχθηκαν τελευταία στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, ορισμένοι από αυτούς έχουν προγραμματίσει το ραντεβού τους για τις επόμενες ημέρες, ενώ κάποιοι άλλοι έχουν αργήσει να κανονίσουν ραντεβού λόγω… καλοκαιρινών διακοπών.

Οι ειδικοί βρίσκονται σε μια στάση αναμονής για να μπορέσουν να εκτιμήσουν πού οδηγείται το τέταρτο κύμα. «Δεν ξέρουμε πότε και τι “πικ” θα έχει. Θα έχουμε πολλούς νοσηλευομένους, διασωληνωμένους και θανάτους; Εάν ναι, τότε θα υπάρξει σημαντική πίεση. Εάν, για παράδειγμα, φτάσουμε τους 1.000 – 2.000 νοσηλευομένους στο ΕΣΥ. Μπορεί όμως λόγω ανοσοποίησης των μεγαλύτερων έστω και εάν το ποσοστό δεν είναι τέλειο, είναι όμως σημαντικό, να μη δούμε μεγάλη πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας», επισημαίνει ο κ. Τζανάκης. Ο καθηγητής φέρνει ως παράδειγμα την Πορτογαλία, όπου επίσης η επιδημιολογική καμπύλη πήρε την… ανηφόρα, ωστόσο δεν ακολουθήθηκε από πίεση στα νοσοκομεία. Η διαφορά, βέβαια, είναι ότι στην Πορτογαλία ο ευάλωτος πληθυσμός των ηλικιωμένων που έχουν κάνει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου φτάνει σχεδόν στο… 100%.

Στην Ελλάδα, άνω των 80 είναι θωρακισμένο με τουλάχιστον μία δόση σχεδόν το 70%, από 75 έως 79 ετών σχεδόν το 80% και το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης για όλους άνω των 60 ετών, που θεωρούνται οι πιο επικίνδυνες για βαριά νόσηση ηλικίες, είναι περίπου 70%-75%. Το ποσοστό αυτών των ηλικιακών ομάδων που μένει ακόμη «ακάλυπτο» στη χώρα μας είναι αυτό που φοβίζει τους επιστήμονες σε σχέση με την πίεση στο ΕΣΥ.

Μικρότερο σε διάρκεια (;)

Προβληματισμό εκφράζει και ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Παρασκευής, αναφέροντας ότι η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν πρόλαβε να φτάσει τα εμβολιαστικά ποσοστά στους άνω των 60 που παρατηρούνται σε Βρετανία ή Ισραήλ, χώρες που είδαν πρώτες την επιδείνωση των επιδημιολογικών δεικτών.

Προς το τέλος της επόμενης εβδομάδας οι ειδικοί εκτιμούν ότι η εικόνα σε σχέση με τις νοσηλείες θα είναι πιο ευκρινής και θα είναι πιο εύκολη μια εκτίμηση σε σχέση με το τι ακολουθεί.

Σύμφωνα με τον κ. Παρασκευή, πάντως, το μέγεθος του πληθυσμού που θα πιάσει το τέταρτο κύμα, καθώς και η υπερμεταδοτική μετάλλαξη, δεν είναι πολύ μεγάλο, γεγονός που μπορεί να σημαίνει σύντομη διάρκεια του πανδημικού κύματος. «Πρέπει, όμως, να περιμένουμε να δούμε σε τι βαθμό θα επηρεάσει τις άλλες ηλικίες. Προς το παρόν, φαίνεται να εστιάζει σε νεότερους», σημειώνει ο κ. Παρασκευής. Προϋπόθεση για να συνεχίσει να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η πανδημία είναι να μη συνεχιστούν η κινητικότητα, η χαλάρωση και να προσέχουν οι νεότεροι επαφές με μεγαλύτερους. Γι’ αυτό και εν μέσω διακοπών συστήνεται ο συχνός αυτοδιαγνωστικός έλεγχος, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά άτομα μη εμβολιασμένα.

Εάν το τέταρτο κύμα εξακολουθήσει να κινείται με τον τωρινό ρυθμό, δηλαδή προσβάλλοντας νέους που νοσούν στο σπίτι τους, οι ειδικοί δεν βλέπουν οριζόντια μέτρα, παρά μόνο παρεμβάσεις τοπικού χαρακτήρα. Αυτές προβλέπονται ήδη από τη στιγμή που μια περιοχή περάσει στο «κόκκινο» επίπεδο του επιδημιολογικού συναγερμού. Μεταξύ άλλων, εάν η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων… κοκκινίσει μια περιοχή, τότε αυτόματα σταματά η μουσική σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, ξεκινά απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 12 τα μεσάνυχτα, δεν επιτρέπονται συναθροίσεις άνω των εννέα ατόμων, αναστέλλεται κάθε είδους εκδήλωση, live, πανηγύρια κ.λπ.

Παράλληλα, για όλη τη χώρα η χρήση της μάσκας παραμένει υποχρεωτική και οι ειδικοί απευθύνουν έκκληση για τη σωστή χρήση της, ενώ προς αυστηροποίηση οδεύουν μέτρα που έχουν ήδη ανακοινωθεί, με πλέον χαρακτηριστικό τους κλειστούς χώρους εστίασης.

Τις επόμενες ημέρες κυβέρνηση και ειδικοί θα καταλήξουν εάν θα ανοίξουν τελικά οι κλειστοί χώροι στις 15 Ιουλίου, εάν θα καθυστερήσουν να ανοίξουν και εάν θα είναι μόνο για εμβολιασμένους. Την ίδια στιγμή, η αρμόδια επιστημονική Επιτροπή έχει εισηγηθεί να διενεργούνται rapid tests κατά την επιστροφή από τα νησιά, μέτρο που προσκρούει σε δυσκολίες (όπως σε τι δομές θα γίνονται τα τεστ) και είναι υπό αξιολόγηση.

ΠΡΟΦΙΛ ΚΡΟΥΣΜΑΤΩΝ: Νεαροί, Ελληνες, ανεμβολίαστοι

Η μετάλλαξη «Δέλτα» εκτιμάται ότι μέχρι τον Αύγουστο θα είναι κυρίαρχη. Εως και την Πέμπτη η χώρα μας μετρούσε 121 περιστατικά, τα περισσότερα στο Ηράκλειο Κρήτης, με την Αττική να ακολουθεί. Το προφίλ των κρουσμάτων είναι νεαροί, Ελληνες και ανεμβολίαστοι. Πιο συγκεκριμένα, το 70% είναι μικρότεροι των 40 ετών, το 84% είναι Ελληνες και το 5-6% Ρώσοι επισκέπτες. Επίσης, μόλις το 14% έχει κάνει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου και το 7% είναι πλήρως εμβολιασμένο. Το 13% των περιστατικών χρειάστηκε νοσηλεία, αλλά κανείς εξ αυτών δεν είχε ολοκληρώσει τον εμβολιασμό του.