Γιατί εδώ και χρόνια έχει σταματήσει η αγορά από τις ΗΠΑ του αντιπυρικού υγρού ΜΑFFS που δημιουργεί από αέρος αντιπυρικές ζώνες και γιατί δεν έγινε ρίψη φωτιστικών βομβών καθ’όλη τη διάρκεια της νύχτας όταν εξελίσσονταν η επιχείρηση διάσωσης στη θάλασσα;

Τα δυο αυτά ερωτήματα θέτει έμπειρο στέλεχος της Πολεμικής Αεροπορίας που είχε υπηρετήσει στο Συντονιστικό Διυπουργικό Όργανο από την ίδρυση του και επί σειρά ετών. Η απόστρατος αξιωματικός Μαρία Γυφτογιάννη, ως ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας είχε διατελέσει και προϊσταμένη των επιχειρήσεων της αεροπορίας, ενώ κατά την διάρκεια της θητείας της η υπηρεσία είχε διαχειριστεί κρίσεις όπως τον σεισμό της Καλαμάτας, μεγάλες πυρκαγιές, την καταστροφή του Τσέρνομπιλ κ.α.

Σύμφωνα με την κ. Γυφτογιάννη, το σύστημα MODULAR AIRBORN FIRE FIGTING SYSTEM (MAFFS) είχε πάντα βαρύνουσα σημασία στην κατάσβεση δασικών πυρκαγιών.

«Πρόκειται για ένα σύστημα αντιπυρικών υγρών που μπαίνει σε air tanker στην άτρακτο των C130 -περίπου 12 τόνοι- και κατά την ρίψη του δημιουργεί διάδρομο μήκους 600 μ. και πλάτους 60μ.,», εξηγεί στον Ε.Τ και προσθέτει ότι το πλεονέκτημα του μεταξύ άλλων είναι ότι δημιουργεί άμεσα αντιπυρικές ζώνες. Αλλά ακόμα και μετά το πέρασμα της φονικής λαίλαπας, σημειώνει ότι θα μπορούσαν να ληφθούν και άλλα μέτρα που θα βοηθούσαν στην έγκαιρη διάσωση των πολιτών που βρέθηκαν στη θάλασσα.

«Περίμενα να δω την ρίψη φωτιστικών βομβών από C- 130 καθ΄όλη την νύχτα στις παράκτιες τουλάχιστον πληγείσες περιοχές. Έτσι , με την φωτιστική κάλυψη των συγκεκριμένων βομβών και οι πληγέντες θα αισθάνονταν κάποια ασφάλεια, ωστόσο και τα σκάφη ιδιωτικά ή ναυαγοσωστικά θα πλησίαζαν γρηγορότερα χωρίς τον φόβο παράσυρσης ή τραυματισμού ανθρώπων που επέπλεαν. Σε κάθε έξοδό του το αεροσκάφος – C-130 – έχει φωτιστικές που καλύπτουν 5 εως 6 ωρες. Έχει την επιχειρησιακή δυνατότητα δηλαδή να καλύψει φωτιστικά την προς έρευνα περιοχή όλη την νύχτα , με συνεχόμενη έξοδο δεύτερου αεροσκάφους. Η διάρκεια της κάθε βόμβας είναι 3 λεπτά.
Το ύψος άφεσης είναι 3.500 πόδια και σβήνουν στα 500 πόδια. Αυτή η διαδικασία τηρείται για 72 ώρες έρευνας και πιθανής διάσωσης -σύμφωνα με διεθνείς κανονισμούς του Κέντρου Έρευνας και Διάσωσης κάθε χώρας- έστω και για μια αγνοούμενη βαρκούλα», τονίζει και προσθέτει: «Κατανοώ τις συνθήκες ανέμου στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας που καθήλωσε ταCL-215 και 415 , όμως αυτά επιχειρούν μισή ώρα πριν την ανατολή και μισή ώρα μετά την δύση. Τις νυχτερινές ώρες εκτιμώ ότι η ένταση του ανέμου είχε πέσει, αν αυτό ήταν ανασχετικό των πτήσεων φωτιστικών βομβών…».

Η ίδια δεν παραβλέπει βέβαια ότι σε μια μεγάλη φωτιά με συμπαγή μέτωπα, παρατηρείται το φαινόμενο της ξαφνικής αλλαγής της κατεύθυνσης του ανέμου, ακόμα και σε συνεχόμενες 360 μοίρες με ταυτόχρονη αύξηση της έντασης. «Σε φρικώδεις δε καταστάσεις πυρκαγιών – όπως στο Μάτι – τα αέρινα κύματα παίρνουν την μορφή κυκλωτικού πυροκλαστικού συμπαγούς κύματος με ανεξέλεγκτες θερμοκρασίες, κύματα αέρος που ενώ δεν έχουν φλόγα, δημιουργούν άμεσα πολλαπλές εστίες φωτιάς, μεταφέροντας μέσα τους διάφορα αντικείμενα απο τις καιόμενες περιοχές».

Όμως αυτό που αποδεικνύεται ακόμα μια φορά, είναι πως τα επιχειρησιακά μέσα που επιχειρούν είναι αναποτελεσματικά, αν η ανθρώπινη διαχείριση είναι λανθασμένη. «Τόσα χρόνια δεν είδα στο πολιτικό τμήμα της ΠΣΕΑ έναν μπαρουτοκαπνισμένο πιλότο των CL-215 KAI CL- 415CANANDER, ούτε των πολυεπικίνδυνων και πολυμορφικών πτήσεων των C-130», λέει χαρακτηριστικά και θεωρεί πως έγιναν λάθη στο πέρασμα του ΣΔΟ από υπουργείο σε υπουργείο.

Καταλήγει τονίζοντας την αναγκαιότητα της μετατροπής του Συντονιστικού Οργάνου, ξανά σε Διυπουργικό Συντονιστικό Όργανο με πυρήνα λήψεως αποφάσεων ολιγομελή ομάδα που να αποτελείται από επιστημονικό και επιχειρησιακό προσωπικό από τους κλάδους της Γεωλογίας, της Προστασίας του Περιβάλλοντος, της Γεωπονίας, της Δασοπονίας, όσο και της Μετεωρολογίας.

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου