Στην τελική ευθεία για την έναρξη των εμβολιασμών κατά της Covid-19 βρίσκεται η Βρετανία, καθώς οι ρυθμιστικές αρχές τη χώρας πρόκειται να δώσουν αυτή την εβδομάδα έγκριση για τη διανομή του εμβολίου της αμερικανικής Pfizer και του γερμανικού βιοτεχνολογικού εργαστηρίου BioΝTech.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Financial Times», το Ηνωμένο Βασίλειο θα γίνει η πρώτη χώρα της Δύσης που θα εγκρίνει ένα εμβόλιο κατά του κορονοϊού. Από τη στιγμή που θα δοθεί η έγκριση, οι παραδόσεις του εμβολίου θα μπορούσαν να ξεκινήσουν σε λίγες ώρες, αφού το Εθνικό Σύστημα Υγείας έχει λάβει οδηγίες για το επιχειρησιακό σχέδιο εμβολιασμού από την αρχή Νοεμβρίου.

O «Guardian», επικαλούμενoς πηγές που γνωρίζουν την υπόθεση, σημειώνει πως τα νοσοκομεία τη Αγγλίας θα μπορούσαν να παραλάβουν τις πρώτες προμήθειες των εμβολίων των Pfizer/BioNTech ως τη Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου. Οπως προβλέπει το κυβερνητικό σχέδιο, αρχικά μόνο το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό θα είναι αυτό που θα εμβολιαστεί.

Ετσι μπαίνει στον «πάγο» το αρχικό σχέδιο σύμφωνα με το οποίο προτεραιότητα στους εμβολιασμούς θα είχαν και οι ηλικιωμένοι που ζουν σε μονάδες φροντίδας. Η χημική σύνθεση του συγκεκριμένου εμβολίου απαιτεί, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, να υφίσταται περιορισμένος αριθμός μετακινήσεων. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να μεταφερθεί από τους γιατρούς στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων ή στα σπίτια αυτών.

Υπενθυμίζεται ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει παραγγείλει 40 εκατομμύρια δόσεις αυτού του εμβολίου, το οποίο θα γίνει σε δύο δόσεις. Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές δοκιμές, το εμβόλιο είναι αποτελεσματικό κατά 94,5% στην πρόληψη της νόσου.

Η Βρετανία έκλεισε συμφωνία για ακόμη 2 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της Moderna. Συνολικά, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει κλείσει συμφωνίες για την αγορά 357 εκατομμυρίων δόσεων υποψήφιων εμβολίων από επτά εταιρίες και φορείς.

Πριν από τα Χριστούγεννα, η ευρωπαϊκή Υπηρεσία Φαρμάκων (ΕΜΑ) και η Υπηρεσία Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ (FDA) αναμένεται να δώσουν το «πράσινο φως» σε υποψήφια εμβόλια. Επί του παρόντος, υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας έχουν δημοσιεύσει οι Pfizer/BioNTech, Moderna και AstraZeneca/Πανεπιστήμιο Οξφόρδης. Για το τελευταίο, ωστόσο, οι πιθανότητες έγκρισης έχουν μειωθεί λόγω λαθών και παραλείψεων κατά τις κλινικές δοκιμές, θέτοντας αμφιβολίες για τα αποτελέσματά του.