«Βάλσαμο» αποδεικνύεται το πρόγραμμα «Γέφυρα» για τις τράπεζες, αφού τις βοηθά αφενός να τιθασεύσουν το νέο «κύμα» μη εξυπηρετούμενων δανείων και αφετέρου να μην παρατείνουν τα μορατόρια, κατευθύνοντας πολλά από αυτά τα δάνεια υπό την κρατική «ομπρέλα» για ένα 9μηνο.

«Χωρίς το επίμαχο πρόγραμμα πολλές χιλιάδες στεγαστικά δάνεια θα “κοκκίνιζαν”, γεγονός που θα ήγειρε μία σειρά από θέματα ηθικά, αλλά και πολιτικά», τονίζει στον Ελεύθερο Τύπο υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος, παραπέμποντας στις εκτιμήσεις, που θέλουν τα «κορονοδάνεια» να προσεγγίζουν τα 10 δισ. ευρώ. «Σύσσωμα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είχαμε προτείνει στην κυβέρνηση η διάρκεια του προγράμματος “Γέφυρα” να είναι 12μηνη. Ακόμη και έτσι, όμως, πάμε μέχρι τον ερχόμενο Απρίλιο, περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία δημιουργεί 500.000 θέσεις εργασίας», προσθέτει.

Ερωτηθείς για τα μορατόρια, που σταδιακά οδηγούνται προς τη λήξη τους, το παραπάνω στέλεχος υπογραμμίζει πως ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των δανείων θα μπορούσε να είναι επιλέξιμο για το πρόγραμμα επιδότησης της δόσης. Στο θέμα αναφέρθηκε πρόσφατα και ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου. «Στα τέλη του περασμένου Ιουνίου έληξαν οι αναστολές, ύψους ενός δισ. ευρώ.

Το 80% αυτών των δανειοληπτών έχει επανέλθει σε διαδικασία πληρωμών», ανέφερε χαρακτηριστικά στο πλαίσιο ενημέρωσης των αναλυτών, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α’ εξαμήνου, προσθέτοντας πως η τράπεζα είναι σε ανοιχτή… γραμμή με τους υπόλοιπους προκειμένου να επωφεληθούν του προγράμματος «Γέφυρα. «Αυτό αναμένεται να παράσχει περαιτέρω υποστήριξη στους δανειολήπτες με υποθήκη την πρώτη κατοικία», συνέχισε, σημειώνοντας πως τα επιλέξιμα δάνεια της Πειραιώς εκτιμώνται σε 1,2 – 1,4 δισ. ευρώ επί συνόλου 1,6 δισ. ευρώ, που βρίσκονται σε αναστολή από το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, με το ποσό της επιδότησης από το κράτος να διαμορφώνεται στα 200 εκατ. ευρώ.

«Κοσμοσυρροή»

Εντυπωσιακή είναι η απήχηση που έχει μέχρι στιγμής το πρόγραμμα  «Γέφυρα», με τους δανειολήπτες («πράσινους» στην πλειονότητά τους) να εισέρχονται στην πλατφόρμα διεκδικώντας την επιδότηση από το κράτος της μηνιαίας δόσης για έως και εννέα μήνες.

Σύμφωνα με επικαιροποιημένα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, μέχρι χθες το μεσημέρι είχαν εισέλθει στην ειδική πλατφόρμα συνολικά 34.494 φορολογούμενοι, εκ των οποίων οι 27.661 συναίνεσαν στην άρση του απορρήτου τους και ξεκίνησαν την υποβολή της αίτησης. Από αυτούς, δε, οι 11.397 ολοκλήρωσαν τη σχετική διαδικασία.

Σε σχέση, δε, με τον ν. 4605/2019, που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και έληξε επισήμως στις 31 Ιουλίου, τα συγκριτικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Ενδεικτικά, την πρώτη ημέρα λειτουργίας της επίμαχης πλατφόρμας (1η Ιουλίου 2019) εισήλθαν 7.554 χρήστες (δηλαδή οι μισοί συγκριτικά με το νέο πρόγραμμα), εκ των οποίων οι 3.475 (σχεδόν το 1/4 συγκριτικά με το νέο πρόγραμμα) ξεκίνησαν τη διαδικασία υποβολής της αίτησης. Από αυτούς, ωστόσο, μόλις 262 έφθασαν μέχρι το στάδιο της άντλησης στοιχείων χωρίς να ολοκληρωθεί η υποβολή καμίας αίτησης. Χρειάστηκαν τέσσερις εβδομάδες για να υποβληθούν οριστικά οι δύο πρώτες αιτήσεις, καθώς η σχετική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα και απαιτούσε την προσκόμιση δικαιολογητικών που οι πολίτες δυσκολεύονταν ή αδυνατούσαν να λάβουν (π.χ. πιστοποιητικά βαρών από τα Υποθηκοφυλακεία). «Αυτό δείχνει πόσο αποτελεσματικό είναι το νέο πλαίσιο. Πλαίσιο, το οποίο επιβραβεύει -για πρώτη φορά- τους συνεπείς δανειολήπτες, συμβάλλει στη διατήρηση της κουλτούρας πληρωμών, προσφέρει στήριξη σε πολίτες, που δεν μπορούσαν να ενταχθούν σε περίμετρο προστασίας και εμπεριέχει στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης», σχολίασε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταικούρας, καλώντας τους δυνητικούς δικαιούχους να αξιοποιήσουν αυτή την πρόβλεψη της Πολιτείας κάνοντας αίτηση μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.

Κατόπιν υποβολής της αίτησης διενεργείται ο έλεγχος επιλεξιμότητας και εφόσον πρόκειται για εξυπηρετούμενο δάνειο, ο πολίτης λαμβάνει ειδοποίηση εντός 15 ημερών. Σε περίπτωση «κόκκινου» δανείου, ο δικαιούχος καλείται από την τράπεζα, έτσι ώστε να προβούν σε ρύθμιση του δανείου, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Μόλις ολοκληρωθεί η ανωτέρω διαδικασία και εφόσον ολοκληρωθεί η αναστολή πληρωμών, τότε ξεκινά και η καταβολή της επιδότησης.