Συγκρατημένα αισιόδοξοι για το έτος που ξεκινάει δηλώνουν οι περισσότεροι από τους εγχώριους αναλυτές, επισημαίνοντας πως η διαδικασία έναρξης των εμβολιασμών είναι πιθανό, μετά τους πρώτους μήνες του 2021, να επιτρέψει στους επιστήμονες να εισηγηθούν στις κυβερνήσεις τη σταδιακή μείωση των περιοριστικών μέτρων.

Σύμφωνα με τους ίδιους, «η επαναφορά της oικονομίας στην κανονικότητα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την πορεία του ελληνικού Χρηματιστηρίου, όπως και η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, η είσοδος ξένων κεφαλαίων και η ταχύτητα-αποτελεσματικότητα διαχείρισης των NPLs από την πλευρά των τραπεζών».

Κρίσιμης σημασίας θα είναι η επανεκκίνηση του τουριστικού κλάδου, με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος της ύφεσης αποδίδεται στη δραματική υστέρησή του, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία του ισοζυγίου στο 11μηνο, όπου οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ήταν μόλις €4 δισ., από €17,6 δισ. πέρσι.

Επιπλέον, το σύνολο των ξένων οίκων, όπως οι Citi, Morgan Stanley, JP Morgan, Bank of America και Moody’s, αναφέρονται στις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Μόνο ο ΟΟΣΑ διατηρεί τις επιφυλάξεις του, με την πρόβλεψή του για τον ρυθμό μεγέθυνσης του 2021 να είναι μόλις 0,9%, θεωρώντας ότι η κανονικότητα θα επανέλθει σταδιακά.

Σύμφωνα με τον Δημήτρη Τζάνα (Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ), πέραν της ορατής, πλέον, στιγμής επανεκκίνησης της οικονομίας, την αισιοδοξία ενισχύει η προοπτική ταχείας έναρξης της ροής ευρωπαϊκών κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Με την τελευταία συμφωνία που πέτυχε η γερμανική προεδρία (προκαταβολή το 13% του δικαιούμενου ποσού), η Ελλάδα θα δικαιούται ποσά ύψους €3,8 δισ., εφόσον συμβασιοποιήσει έργα που θα αφορούν τον ενεργειακό και ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, στόχος που είναι ρεαλιστικός.

Στην ίδια κατεύθυνση αναμένεται να συμβάλει και η προώθηση ώριμων επενδυτικών προγραμμάτων, δημόσιων και ιδιωτικών, που δρομολογούνται στο πλαίσιο του εθνικού σχεδιασμού για την ανάκαμψη, αλλά και όσα αναμένεται να γίνουν σε συνέχεια των επικείμενων deals (πώληση της ΕΕΓΑ και της ΔΕΠΑ και ποσοστού του ΔΕΔΔΗΕ, παρουσία της ολλανδικής Reggeborgh στον κατασκευαστικό κλάδο κ.ά.).

Σύμφωνα με έκθεση της Alpha Bank, «οι καταλύτες για την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας την επόμενη χρονιά είναι πρώτον, ο βαθμός στον οποίο τα εμβολιαστικά προγράμματα θα απελευθερώσουν την ταξιδιωτική κίνηση και την ιδιωτική κατανάλωση και δεύτερον, η ενεργοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης της Ε.Ε.-27 («Next Generation EU», NGEU).

Η προοπτική πρόσβασης στα κεφάλαια του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, από το δεύτερο εξάμηνο του 2021, δύναται να ενισχύσει σημαντικά την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.

Οι επενδύσεις που αναμένεται να πραγματοποιηθούν θα κατευθυνθούν κυρίως στην «πράσινη» και στην ψηφιακή ανάπτυξη. Συνολικά, κατά την περίοδο 2021-2026, η ελληνική οικονομία αναμένεται να ωφεληθεί με 32 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 19,3 δισ. αφορούν επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. αφορούν δάνεια με ευνοϊκό επιτόκιο και όρους. Ειδικά για το 2021, αναμένεται να αντληθούν με τη μορφή επιχορηγήσεων 2,6 δισ. ευρώ, περίπου, από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility, RRF) και 1,6 δισ. ευρώ, από την πρωτοβουλία REACT-EU, καθώς και 1,3 δισ. ευρώ με τη μορφή δανείων.

Με αυτά τα δεδομένα, το ελληνικό Χρηματιστήριο, το μοναδικό αναδυόμενο στην ευρωζώνη, έχει ήδη επανέλθει στο ραντάρ των διαχειριστών των επενδυτικών φορέων του εξωτερικού, μετά από παρατεταμένη περίοδο συνεχούς αποεπένδυσης από αυτό.

Το 2021 θα είναι έτος επανεκκίνησης για την παγκόσμια οικονομία, ενός «Great Restart» κατά τον προσφυή τίτλο του βιβλίου του Κλάους Σουάμπ, με την τεχνολογία να διεισδύει καθημερινά, ολοένα και περισσότερο στην καθημερινότητά μας.

Ομως άλλες προσωπικότητες, όπως ο Νουριέλ Ρουμπινί, διατείνονται ότι «το 2020 ξεκίνησε μια δεκαετία αστάθειας και παρατεταμένου χάους και επομένως το 2021 είναι μια πορεία προς το άγνωστο».

Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική οικονομία και το ελληνικό Χρηματιστήριο καλούνται να βελτιώσουν τις θέσεις τους, εκπλήσσοντας θετικά με τη δυναμική που θα επιδείξουν, σε μια χρονιά που μόνο βαρετή δεν θα είναι για τους επενδυτές, με τη μεταβλητότητα που αναμένεται.

«Εχουν δε μεγάλη πιθανότητα να το καταφέρουν, αν τα ελπιδοφόρα αφηγήματα της χώρας μας τύχουν της σωστής διαχείρισης και προβολής», σύμφωνα με την άποψη του κ. Τζάνα.

Διεθνείς αγορές

«Αγνωστος Χ», η πορεία των διεθνών αγορών, που κινούνται σε ιστορικά ή πολυετή υψηλά, αυξάνοντας τις πιθανότητες διόρθωσης, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για το ελληνικό Χρηματιστήριο.

Υπενθυμίζεται ότι το Χ.Α. παραμένει «ρηχό» και ιδιαίτερα ευάλωτο στις διακυμάνσεις. Συγχρονίζεται εύκολα με τις δυσμενείς εξωγενείς διαταραχές, αλλά όχι πάντα με τις θετικές (ασύμμετρη κίνηση).

Παρά τις θετικές προοπτικές του 2021 δεν πρέπει να λησμονούμε τους κινδύνους που ελλοχεύουν, σύμφωνα με την άποψη του Λουκά Παπαϊωάννου (Fast Finance ΑΕΠΕΥ) με κυριότερους «τα προβλήματα στα ελληνοτουρκικά, το παγκόσμιο χρέος, που πλέον αυξάνεται γεωμετρικά (αν και προς το παρόν αντιμετωπίζεται από τις Κεντρικές Τράπεζες με χαμηλά επιτόκια και άπλετη ρευστότητα και τις κυβερνήσεις που ανακυκλώνουν το χρέος με νέες εκδόσεις) και αρχίζει να προκαλεί ρίγος για την επόμενη ημέρα, τις υψηλές αποτιμήσεις των αμερικανικών μετοχών, αλλά και τις χαμηλές ή αρνητικές αποδόσεις των ομολογιακών αγορών, ακόμα και στην αγορά των «junk bond».

Αν και υπάρχει αισιοδοξία για την ελληνική Κεφαλαιαγορά, η μεταβλητότητα θα συνεχίσει να είναι παρούσα, όπως και οι αστάθμητοι κίνδυνοι. Ακολουθούμε την τάση, με αυξημένα αντανακλαστικά, έχοντας ξεκάθαρες στρατηγικές εισόδου και εξόδου στην αγορά και παραμένοντας επιλεκτικοί στις μετοχικές επιλογές μας».

Σύμφωνα με τον Μάνο Χατζηδάκη (Beta Sec.), «οι πιθανοί κερδισμένοι του ερχόμενου έτους, που μέσα από τα προγράμματα ανάπτυξης θα δουν εισροές κεφαλαίων και πιθανόν υψηλότερες χρηματιστηριακές αποτιμήσεις, είναι οι κατασκευές, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και οι εταιρείες ψηφιακών εφαρμογών, αλλά και παρελκόμενοι τομείς της οικονομίας οι οποίοι μεσολαβούν (τράπεζες) ή εφάπτονται (δομικά υλικά).

Οι νέες λέξεις που προστέθηκαν στο χρηματοοικονομικό λεξικό φέτος: lockdown, rapid test, moratoria, click away, ενώ ο τραπεζικός κλάδος, παγκοσμίως, δεν προσφέρεται για επενδυτές με ευαίσθητη κράση».

Πληροφορίες από χρηματιστηριακά γραφεία αναφέρουν ότι συνεχίζεται, έστω και με αυξομειώσεις, το ενδιαφέρον για τις εισηγμένες του κλάδου της πληροφορικής, από θεωρούμενα «διορατικά» χαρτοφυλάκια, καθώς η «πίτα» των 6 και πλέον δισ. έργων, που αναφέρονται και στη «βίβλο ψηφιακού μετασχηματισμού» είναι ιδιαίτερα μεγάλη και πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα.

Η πανδημία στην Ελλάδα έχει αποδειχθεί καταλύτης όσον αφορά στον ψηφιακό μετασχηματισμό. Οι πρόσφατες ψηφιακές εξελίξεις στον δημόσιο τομέα, καταδεικνύουν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να οδηγήσει τη χώρα στην ψηφιακή εποχή.

Το «sell off» του Μαρτίου διαδέχθηκε η αντίδραση του τελευταίου διμήνου

Από την άλλη, το 2020 θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια σοβαρή απειλή, η οποία άλλαξε τον τρόπο ζωής και επηρέασε κάθε μορφή ανθρώπινης δραστηριότητας.

Οι, κατά τόπους, κυβερνήσεις βρέθηκαν σε μια νέα πραγματικότητα διαχείρισης, προσπαθώντας να διαφυλάξουν την ασφάλεια των πολιτών τους και ταυτόχρονα να διατηρήσουν ένα ελάχιστο μέρος της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα τη δυσθεώρητη αύξηση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, ενώ στο τέλος αυτής της χρονιάς οι ελπίδες αναπτερώθηκαν, με την κυκλοφορία των πρώτων εμβολίων.

Σύμφωνα με αναλυτές, η επόμενη χρονιά θα έχει ως σημείο αναφοράς την εφαρμογή των πολιτικών ανάκαμψης, μέσω των πακέτων στήριξης των οικονομιών σε Ευρώπη και Αμερική, επαναφέροντας τις οικονομίες σε επίπεδα κανονικότητας, αλλά οι απώλειες θα είναι σοβαρές τόσο στο μέτωπο των πιο αδύναμων και υπερδανεισμένων επιχειρήσεων, όσο και στην αγορά εργασίας, με εκατομμύρια χαμένες θέσεις, που θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να ανακτηθούν.

Το ελληνικό Χρηματιστήριο, χάνοντας μία τετραετία ανόδου (2015-2019), όπου οι διεθνείς αγορές κατέγραψαν συνεχόμενα ιστορικά, ή πολυετή υψηλά, βρέθηκε αντιμέτωπο και με το «sell off» του Μαρτίου 2020 και απλά ακολούθησε στην αντίδραση του τελευταίου διμήνου, μετά τις ανακοινώσεις για τα εμβόλια και την αναπάντεχη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την Moody’s (6/11), σε συνδυασμό με τα συνεχιζόμενα deals, αφήνοντας υποσχέσεις και για το ερχόμενο έτος, υπό την προϋπόθεση ότι το κλίμα θα παραμείνει θετικό στις διεθνείς αγορές.

Στο δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου, εκτός από την αύξηση του ενδιαφέροντος σε κωδικούς και ρευστότητα, σημειώθηκαν και κινήσεις που υποδηλώνουν ενδιαφέρον από στρατηγικούς επενδυτές υψηλού «ειδικού βάρους».

Η πώληση του ΔΕΔΔΗΕ, οι συναλλαγές του CVC, η εντονότερη παρουσία ολλανδικών κεφαλαίων στον κατασκευαστικό κλάδο, η αναμενόμενη πώληση της ΔΕΠΑ και της ΛΑΡΚΟ, η πώληση της Paperpack σε κινεζικό Fund, οι επικείμενες ΑΜΚ των Αεροπορία Αιγαίου και Ελλάκτωρ, η είσοδος της Interlife στο Χ.Α., είναι μέρος από αυτά που έλαβαν χώρα ή από τα «άμεσα προσεχώς» του 2021.

Το σημαντικό στοιχείο είναι, ότι στην αναστροφή του χρηματιστηριακού κλίματος συμμετείχε και ο τραπεζικός κλάδος, ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα, αναπληρώνοντας ένα μέρος των τεράστιων απωλειών του 2020, κυρίως λόγω των χαμηλών επιτοκίων και της άπλετης ρευστότητας που παρέχει στις ευρωπαϊκές τράπεζες η ΕΚΤ.

Υπενθυμίζεται ότι το 2020 ήταν η χρονιά που η Ελλάδα κατάφερε να μπει στο περιβόητο «QE», έστω και καθυστερημένα, γεγονός που βοήθησε τη χώρα να μειώσει το κόστος δανεισμού, να αποκτήσει εύκολη πρόσβαση σε φτηνά κεφάλαια και να συμπαρασύρει μαζί το κόστος δανεισμού των εταιριών, ενώ σημειώθηκε και μείωση των φόρων, ύστερα από μία 10ετία διαρκών αυξήσεων.

Για τους «λάτρεις» των στατιστικών, μόλις δύο συνεδριάσεις πριν ολοκληρωθεί η χρηματιστηριακή χρονιά, ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. κατέγραφε ετήσιες απώλειες 11,72%. Στο ίδιο διάστημα ο κλαδικός δείκτης σημείωνε απώλειες 41,08%, ενώ η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. υποχωρούσε κατά 7,6 δισ. ευρώ.

Κόντρα στην πανδημία, οι εισηγμένες μοίρασαν φέτος στους μετόχους τους, μέσα από μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου, αθροιστικά 1,8 δισ. ευρώ, ποσό που υπολείπεται κατά 18% από το αντίστοιχο του 2019, αλλά υπερβαίνει κατά 80% αυτό του 2016 και κατά 200% αυτό του 2013.

Με βάση τις προβλέψεις, το ποσό αυτό θα μειωθεί δραστικά το 2021 λόγω της πανδημίας, αλλά και άλλων παραγόντων, ωστόσο έως και 50 εταιρίες (περίπου μία στις τρεις) θα στείλουν και πάλι τους μετόχους τους στο ταμείο, με τη μέση προσδοκώμενη μερισματική απόδοση των μη τραπεζικών μετοχών να υπερβαίνει με άνεση τα yields των κρατικών ομολόγων (ούτε λόγος για τα επιτόκια καταθέσεων).

Προσοχή, η πιο υποτιμημένη μετοχή στις χρηματιστηριακές αγορές, είναι η μετοχή της λογικής!