Δεν πέρασαν ούτε δύο μήνες από τη μεγάλη νομισματική κρίση στην οποία βυθίστηκε η Τουρκία, οδηγώντας σε μεγάλη φτώχεια πολλούς Τούρκους πολίτες, και, όπως αποκαλύπτεται, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν εκμεταλλεύτηκε τα κρατικά αποθεματικά σε χρυσό!

Οπως έγινε γνωστό από την ερώτηση στη Βουλή που κατέθεσε η αντιπολίτευση, ο πρόεδρος Ερντογάν φέρεται να αφαίρεσε 159 τόνους χρυσού από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής και νομισματικής κρίσης. Η αντιπολίτευση επέμεινε στην ερώτηση που κατέθεσε, να πληροφορηθεί ο τουρκικός λαός πού βρίσκονται αυτοί οι 159 τόνοι χρυσού. Το θέμα έχει λάβει διαστάσεις, καθώς βρίσκει τον Τούρκο πρόεδρο σε μια πολύ κακή στιγμή της προεδρίας του, με πολλά προβλήματα στο εσωτερικό και στις διεθνείς σχέσεις.

Τον Μάρτιο, όταν η τουρκική λίρα κατέρρευσε για άλλη μια φορά και η Τουρκία βίωσε ένα μίνι κραχ -με αφορμή και την απόλυση του κεντρικού τραπεζίτη-, ο πρόεδρος Ερντογάν ζητούσε από τους πολίτες να πάρουν το χρυσό που έχουν στα σπίτια τους και να τον μεταφέρουν στις τράπεζες, όπως και οποιοδήποτε ξένο συνάλλαγμα έχουν στην κατοχή τους! Παρότι οι Τούρκοι πολίτες βιώνουν μεγάλη ανέχεια και ελλείψεις αγαθών στην καθημερινότητά τους λόγω της ακρίβειας που επικρατεί στην αγορά, ο Τούρκος πρόεδρος απηύθυνε εκκλήσεις για «στήριξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μας!». Η κυβέρνηση της Τουρκίας είχε αποφασίσει, μάλιστα, να ζητήσει από τα κοσμηματοπωλεία να καταθέσουν χρυσό σε κρατικές τράπεζες για να συγκεντρωθεί επιπλέον κεφάλαιο.

Διεθνείς οίκοι, όπως ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, έχουν κάνει το τελευταίο διάστημα δυσοίωνες προβλέψεις για την τουρκική οικονομία. Ξένοι ηγέτες αποδοκιμάζουν τις νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του Ερντογάν, που έχουν φέρει την Τουρκία στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής, αλλά και της διάρρηξης των σχέσεών της με τη Δύση και με μεγάλους διεθνείς παίκτες. Ο Ερντογάν τοποθέτησε στη θέση του κεντρικού τραπεζίτη ένα παλαιό στέλεχος του ΑΚΡ και της τράπεζας Halkbank, τον Σαχάπ Καβτσιόγλου, για να τον ελέγχει απόλυτα. Οι διεθνείς αγορές εκτίμησαν ότι οι κινήσεις Ερντογάν θα χειροτερεύσουν την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας.

Την κατάσταση που επικρατεί στον τομέα ενημέρωσης στη γείτονα χώρα αναδεικνύει ρεπορτάζ της «Ντόιτσε Βέλε» («DW»). Στην Τουρκία η ελευθερία λόγου και έκφρασης θεωρείται άγνωστη πλέον, καθώς το 95% των μέσων ενημέρωσης βρίσκεται υπό τον έλεγχο επιχειρήσεων προσκείμενων στο ισλαμο-συντηρητικό κόμμα ΑΚΡ. Συλλήψεις δημοσιογράφων, κλείσιμο μέσων ενημέρωσης που απαιτούν το δικαίωμα στην έκφραση απόψεων, είναι μια συνήθης πρακτική. Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) κατατάσσουν την Τουρκία στην 153η θέση ως προς την ελευθεροτυπία, σε μια λίστα με 180 χώρες. Σύμφωνα με τον τουρκικό σύλλογο «Πρωτοβουλία ειρήνης για την απελευθέρωση δημοσιογράφων», μέχρι τον Μάρτιο κρατούνταν στις φυλακές συνολικά 70 δημοσιογράφοι.

«Υπό αυτή την κυβέρνηση δεν υπάρχει στην ουσία ανεξάρτητη, αμερόληπτη και αντικειμενική δημοσιογραφία», δήλωσε στην «DW» ο πρώην αρχισυντάκτης του αντιπολιτευτικού σταθμού Olay TV, Σουλεϊμάν Σαριλάρ, που άνοιξε τον περασμένο Νοέμβριο και έκλεισε μέσα σε 26 μέρες.