Το ερώτημα των διεθνών αναλυτών, μετά την πολυσυζητημένη συνάντηση των προέδρων Τζο Μπάιντεν και Βλαντιμίρ Πούτιν, στη Γενεύη, επικεντρώθηκε στα αποτελέσματά της.

Συγκρινόμενη με την ιστορική σύνοδο μεταξύ Ρέιγκαν – Γκορμπατσόφ πριν από 36 χρόνια, δεν είχε σπουδαία αποτελέσματα. Αν αντιπαρατεθεί με την προηγούμενη μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια σημαντική προσπάθεια για αλλαγή κλίματος, κυρίως εκ μέρους της Ουάσιγκτον, που ήθελε να υπογραμμίσει πως ο ρεαλισμός και η κανονικότητα επέστρεψαν στον Λευκό Οίκο.

Στο πλαίσιο του ρεαλισμού και «του εφικτού στην πολιτική», ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προσπαθεί να αμβλύνει τις διαφορές των ΗΠΑ με τη Ρωσία -τουλάχιστον σε ζητήματα που άπτονται μιας ευρύτερης γκάμας, όπως τα πυρηνικά όπλα-, καθώς η ανησυχία στην Ουάσιγκτον για τη στενή στρατηγική συνεργασία Μόσχας και Πεκίνου μεγαλώνει.

Σημεία προσέγγισης

Επί της ουσίας, παρά την επιβεβαίωση του μεγάλου χάσματος στις αμερικανορωσικές σχέσεις, υπήρξαν σημεία προσέγγισης και έγιναν βήματα για επανέναρξη των «κανονικών» διπλωματικών σχέσεων και για συνεννόηση στους εξοπλισμούς με στόχο τη στρατηγική πυρηνική σταθερότητα.

Φυσικά, οι διαφορές θέσεων στα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του σεβασμού των δημοκρατικών θεσμών -όπως τα εννοεί η Δύση- και στο Ουκρανικό παραμένουν.

«Κανείς δεν θέλει έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο», δήλωσε ο Μπάιντεν με σημασία, μετά τη συνομιλία του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, στη Γενεύη. Ο «αντίπαλός» του, επίσης, βγήκε από τη συνάντηση χαμογελαστός -αν και μπήκε συνοφρυωμένος- μιλώντας, όπως πάντα, συγκρατημένα. «Δεν υπήρχε εχθρότητα», είπε σιβυλλικά, αφήνοντας τους ρεπόρτερ και τους αναλυτές να προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη στάση του. Για τον Πούτιν, ήταν μια σημαντική συνάντηση σε πολλά επίπεδα. Για τον Μπάιντεν, τόσο η σύνοδος της Γενεύης όσο και όλες οι συναντήσεις που είχε την προηγούμενη εβδομάδα, στις συνόδους των χωρών του G-7 και του ΝΑΤΟ, αποτελούσαν την πρεμιέρα του στη διεθνή σκηνή και την εμπέδωση του δόγματος πως η «Αμερική επέστρεψε», διεκδικώντας πάλι την πρωτοκαθεδρία των μεγάλων δυνάμεων.

Μπάιντεν-Πούτιν: ΠΟΥ ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΚΑΙ ΠΟΥ ΔΙΑΦΩΝΗΣΑΝ 

  • Διπλωματικές σχέσεις: Η επιστροφή των πρεσβευτών στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον (που είχαν απελαθεί εκατέρωθεν), η διευκόλυνση των πολιτών των δύο χωρών που στερήθηκαν το δικαίωμα παραμονής και η συνεργασία σε θέματα κρατουμένων υπηκόων θεωρούνται πρώτο βήμα «κανονικών και προβλέψιμων» σχέσεων.
  • Ελεγχος εξοπλισμών: Η επανέναρξη του διαλόγου για τους εξοπλισμούς, με στόχο την αποφυγή ενός θερμού επεισοδίου με απρόβλεπτες συνέπειες, θεωρείται το πιο θετικό αποτέλεσμα της συνόδου.
  • Κυβερνοεπιθέσεις: Η σύσταση κοινής επιτροπής για το θέμα της κυβερνοασφάλειας ανήκει, επίσης, στα θετικά της συνόδου, αν και οι δύο πρόεδροι επέμειναν στη διαφωνία τους ως προς την ευθύνη των επιθέσεων. Ο Μπάιντεν κατηγόρησε τη Μόσχα για πολλές επιθέσεις από ομάδες Ρώσων χάκερ όχι μόνο στις εκλογές αλλά και σε δομές αμερικανικών συμφερόντων. Ο Πούτιν απάντησε ότι η πλειονότητα των κυβερνοεπιθέσεων στον κόσμο προέρχεται από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και τη Βρετανία.
  • Ανθρώπινα δικαιώματα  υπόθεση Ναβάλνι: «Πώς μπορώ να είμαι πρόεδρος των ΗΠΑ και να μην καταγγέλλω την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;», είπε στους δημοσιογράφους ο Μπάιντεν αναφερόμενος σε καταφανείς παραβιάσεις από τη Ρωσία. Αναφερόμενος στην περίπτωση του αντιφρονούντος Αλεξέι Ναβάλνι, τόνισε ότι η επιδείνωση της κατάστασης του ηγέτη της αντιπολίτευσης είναι σοβαρότατο ζήτημα. «Ο θάνατος του Ναβάλνι θα ήταν ένδειξη ότι η Ρωσία δεν σκοπεύει να σεβαστεί τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα», τόνισε. Ο Πούτιν απέρριψε τις κατηγορίες και αναφέρθηκε στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Ουάσιγκτον, με τις φυλακές της CIA και το ανοιχτό Γκουαντάναμο.
  • Ουκρανία: «Δεν υπήρχαν πολλά να ειπωθούν», είπε ο Πούτιν, δείχνοντας ότι παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις του. Το Κρεμλίνο ανέφερε την επομένη ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη Μόσχα, που παρακολουθεί στενά τις συνομιλίες για σχέδιο ένταξης του Κιέβου.