Τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και την ίδρυση νέου κόμματος εισηγούνται στον Αλέξη Τσίπρα πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντος, του κύκλου των άμεσων συνεργατών του, αλλά και μέλη της επιχειρηματικής κοινότητας με τα οποία ο ίδιος συνομιλεί.
Η πληροφορία αποκτά σημασία, καθώς, σύμφωνα με έγκυρες πηγές, ο κ. Τσίπρας, που ήταν κατηγορηματικά αρνητικός και είχε απορρίψει αντίστοιχες εισηγήσεις στο πρόσφατο παρελθόν, τώρα το σκέπτεται. Λέγεται μάλιστα ότι, αν δεν θεωρούσε πιθανό το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο, ενδεχομένως να είχε λάβει ήδη τις αποφάσεις του προς αυτήν την κατεύθυνση.

Στο επιτελείο του κ. Τσίπρα κυριαρχεί η άποψη ότι έχει μεγαλύτερη εμβέλεια και αποδοχή στην ελληνική κοινωνία από τον ΣΥΡΙΖΑ και ότι το κόμμα «τραβάει προς τα κάτω» τον αρχηγό του. Πιστεύουν, ακόμα, πως το ότι εμφανίζεται να αμφισβητούνται οι θέσεις του σε καίρια ζητήματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ (ιδεολογική και πολιτική κατεύθυνση, συνεργασίες, εθνικά, άμυνα, τρομοκρατία κ.ά.) τον αποδυναμώνει σταδιακά ακόμα και έναντι εκείνων που δηλώνουν ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του κ. Τσίπρα.

Υπάρχουν βεβαίως οι «ρομαντικοί», που επισημαίνουν στον κ. Τσίπρα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το νήμα που τον συνδέει με τον κόσμο της Αριστεράς, αλλά πλέον είναι λίγοι. Οι περισσότεροι εκ των έμπιστων συνομιλητών του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν την άποψη ότι, για να καταφέρει να συνδέσει την Αριστερά και την Κεντροαριστερά, που είναι η μεγάλη του πολιτική φιλοδοξία, αλλά -κυρίως- για να ξαναγίνει ανταγωνιστικός στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό και να ξαναδιεκδικήσει την εξουσία επί ίσοις όροις, πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα.

Ο κ. Τσίπρας αμφιταλαντεύεται. Γνωρίζει ότι, εκ του αποτελέσματος, έκανε σωστά όταν δεν άκουσε τον καλοκαίρι του 2015 όσους του έλεγαν να μην προχωρήσει σε διαγραφές, επειδή όσοι θα βρίσκονταν εκτός θα έκαναν νέο κόμμα της Αριστεράς που θα κινούνταν ανάμεσα στο 5% και στο 10%. Ο κ. Τσίπρας δεν τους άκουσε, το Αριστερό Ρεύμα μαζί με μεμονωμένα πρόσωπα αποχώρησαν, αλλά οι φόβοι για διάσπαση δεν επαληθεύτηκαν.

Γνωρίζει πως έκανε λάθος όταν άκουσε τον περασμένο Ιούλιο εκείνους που του έλεγαν ότι δεν χρειάζεται να περάσει το κόμμα από τη διαδικασία της αυτοκριτικής και της απόδοσης ευθυνών, που θα έβγαζε τα παλαιά στελέχη εκτός κάδρου και θα αναδείκνυε νέα, αλλά με συγκρουσιακό τρόπο. Και ότι με λίγες διορθωτικές κινήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν έτοιμος να εκμεταλλευτεί τα λάθη της κυβέρνησης της Ν.Δ. και θα ανέκαμπτε γρήγορα.

Τώρα όμως του λένε ότι πρέπει να αφήσει τους συναισθηματισμούς και να προχωρήσει χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ. Να απευθύνει γενικό προσκλητήριο και όποιος θέλει να ακολουθήσει. Χωρίς όρους, προϋποθέσεις και συνεννοήσεις κάτω από το τραπέζι για θέσεις και οφίτσια. Του λένε ακόμα ότι -ανεξαρτήτως του χρόνου των επόμενων εκλογών- ο χρόνος που έχει για να πάρει μια τέτοια πολιτική πρωτοβουλία δεν είναι απεριόριστος. Και ότι, αν προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση, θα υπάρξουν πολλοί που θα τον ακολουθήσουν.

Όχι μόνο από τις κινήσεις και τα μικρότερα κόμματα της Αριστεράς, αλλά και από το Κίνημα Αλλαγής, προκαλώντας καίριο η ακόμα και τελειωτικό κτύπημα στη Χαριλάου Τρικούπη.

Του λένε ότι, αν θέλει να ανταγωνιστεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία -αν όχι σε αυτές, στις επόμενες εκλογές-, πρέπει να διαμορφώσει έναν νέο πολιτικό φορέα, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ «κατάφερε» να καταστεί παλιό και φθαρμένο προϊόν στη συνείδηση των πολιτών μόλις μέσα σε λίγα χρόνια ύπαρξης. Και ότι όσοι αντιτάσσονται στη Δεξιά περιμένουν τα πάντα από τον ίδιο και όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχουν, βεβαίως, και οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του κ. Τσίπρα.

Εκείνοι που πιστεύουν πως η δημοσκοπική καθίζηση είναι αποτέλεσμα της πολιτικής και ιδεολογικής αδυναμίας του αρχηγού τους. Εκείνοι που θεωρούν πως οι διαρροές της Κουμουνδούρου περί κομματικής γραφειοκρατίας ή οι ειρωνικές αναφορές σε «τάσεις» και «ρεύματα» γίνονται για να καλύψουν το ηγετικό έλλειμμα του αρχηγού.

Υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν ότι η έλλειψη πυξίδας, ξεκάθαρων πολιτικών θέσεων και η κίνηση εκκρεμές ανάμεσα στον λαϊκισμό και στις θέσεις της Αριστεράς είναι η αιτία για την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να ξαναγίνει ανταγωνιστικός στη μάχη για την εξουσία. Και ότι, σε τελική ανάλυση, η εμφάνιση της προσέγγισης της Σοσιαλδημοκρατίας ως στρατηγικού στόχου -της Σοσιαλδημοκρατίας, που είναι ο μεγάλος ηττημένος στην Ευρώπη και στον κόσμο τις δύο τελευταίες δεκαετίες- είναι η απόδειξη του καιροσκοπισμού του Αλέξη Τσίπρα, στον οποίο δεν πρέπει να υποχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτοί που λένε πως όλες οι υπόγειες κατηγορίες περί στελεχών που «προκαλούν την κοινωνία», επιδεικνύουν «προκλητική συμπεριφορά» ή «παλαιοκομματική νοοτροπία» έχουν σκοπό την επικράτηση της άποψης ότι η Αριστερά δεν μπορεί να κυβερνά και η επανάκαμψη του κ. Τσίπρα στην εξουσία μπορεί να γίνει μόνο με ένα νέο κόμμα εδραιωμένο στο Κέντρο, που θα εκτείνεται από την Αριστερά ως τη Δεξιά.

Αυτοί που θεωρούν ότι ο «πολακισμός» και οι υπόγειες και σκοτεινές διαδρομές του Ν. Παππά κάνουν μεγαλύτερο κακό από την υπεράσπιση του Δημήτρη Κουφοντίνα ή την καταψήφιση της αγοράς των Rafale. Εκείνοι που θεωρούν ότι ο κ. Τσίπρας κάνει λάθος να θέλει να εμφανίσει τον εαυτό του ως συστημικό και «politically correct» που θα επικαλείται την Αριστερά και τις ιδέες της μόνο επιδερμικά και για επικοινωνιακούς λόγους, για να ξαναγίνει πρωθυπουργός.

Το χάσμα στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικό, ιδεολογικό αλλά και προσωπικό. Κυρίως είναι βαθύ και αγεφύρωτο. Πολύ μεγαλύτερο από τα χρόνια της διακυβέρνησης. Και μπορεί να υπάρχουν αυτοί στον ΣΥΡΙΖΑ -κυρίως εκείνοι που ήταν παλαιότερα στο ΠΑΣΟΚ- που βλέπουν στον κ. Τσίπρα την ικανότητα να συνδέσει την Αριστερά και την Κεντροαριστερά, υπάρχουν όμως και εκείνοι που αναρωτιούνται μήπως τελικά δεν είναι ικανός για να τον κρατήσει ενωμένο…